ἕπομαι

ἕπομαι
ἕπομαι (ἕπομαι, -εται, -ονται; ἕπηται; ἕποιτο; ἑπέσθω; ἑπόμενοι: fut. ἕψεται, -ονται: impf. ἕπετο: aor. ἕσπετο; coni. ἑσπέσθαι; ἑσπόμενοι, σπομέναν.)
1 follow
a of people, c. dat.

καί ποτε χαλκότοξον Ἀμαζόνων μετ' ἀλκὰν ἕπετό οἱ N. 3.39

καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον· ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54

τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων πράθον, ἑσπόμενοι Ἡρακλῆι πρότερον, καὶ σὺν Ἀτρείδαις I. 5.36

τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ Παρθ. 2. . Νηρεὺς δ' ὁ γέρων ἕπετα[ι (supp. Lobel) Pae. 15.4
b of things, c. dat. “πεύθομαι δ' αὐτὰν κατακλυσθεῖσαν ἐκ δούρατος ἐναλίαν βᾶμεν σὺν ἅλμᾳ ἑσπέρας ὑγρῷ πελάγει σπομέναν” (the clod went with the spray by which it was washed into the sea, Gildersleeve) P. 4.40 met., ὅλβος ἅμ' ἕσπετο sc.

Ἰαμίδαις O. 6.72

μέγα τοι κλέος αἰεί, ᾧτινι σὸν γέρας ἕσπετ' ἀγλαόν (ἕσπητ v. l.) O. 8.11 τόλμα δε καὶ ἀμφιλαφὴς δύναμις ἕσποιτο (ἕποιτο v. l.) O. 9.83

μακρότεραι Τερψίᾳ θ' ἕψοντ Ἐριτίμῳ τ ἀοιδαί O. 13.42

καιρὸν εἰ φθέγξαιο , μείων ἕπεται μῶμος ἀνθρώπων (sc. σοι) P. 1.82 οἷα ψιθύρων παλάμαις ἕπετ' αἰεὶ βροτῷ (Heindorf: βροτῶν codd.) P. 2.75

τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται P. 3.84

πολὺς εὖτ' ἂν ἐπιβρίσαις ἕπηται (sc. ὄλβος) P. 3.106 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων (sc. σοι) P. 5.55 ἕποιτο μοῖρα καὶ ὑστέραισιν ἐν ἁμέραις ἀγάνορα πλοῦτον ἀνθεῖν σφίσιν (ἕσποιτο coni. Mosch.) P. 10.17

μεγάλαι δ' ἀρεταὶ θνατοῖς ἕπονται ἐκ σέθεν I. 3.4

ἕσπετο δ' αἰενάου πλούτου νέφος (ἕπετο v. l.) fr. 119. 4.
c
I heed, obey ἐγὼ δ' ὑψίθρονον Κλωθὼ κασιγνήτας τε προσεννέπω̆ ἑσπέσθαι κλυταῖς ἀνδρὸς φίλου Μοίρας ἐφετμαῖς (Pauw: σπέσθαι codd.) I. 6.17 σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ fr. 131. b. 1.
II accord, be in keeping with ἕπεται δὲ λόγος εὐθρόνοις Κάδμοιο κούραις (ἐπ' αὐτῶν ἁρμόζει. Σ.) O. 2.22 ἕπεται δὲ λόγῳ δίκας ἄωτος, ἐσλὸν αἰνεῖνN. 3.29θυμὸς δ' ἑπέσθω” (sc. καθάπερ καὶ τὸ σῶμα. Σ.) I. 6.49
III be attendant, be

ἕπεται δ' ἐν ἑκάστῳ μέτρον O. 13.47

ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ N. 11.43

IV follow, trace

ἀρχαῖς δὲ προτέραις ἑπόμενοι καί νυν κελαδησόμεθα O. 10.78

V dub., follow c. acc. ἕπεται δέ, Θεαῖε, ματρώων πολύγνωτον γένος ὑμετέρων εὐάγων τιμὰ (κατά subaudit Σ: ἐπέβα coni. Wil.: πολυγνώτῳ γένει Er. Schmid: ἐφέπει Bury) N. 10.37
VI fragg. ἕπομ[αι (supp. Snell) fr. 215. 13. μελιρρόθων δ' ἕπεται πλόκαμοι fr. 246a.

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • έπομαι — → δες έπεται …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ἕπομαι — pres ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έπομαι — (AM ἕπομαι) 1. ακολουθώ άλλον, συνοδεύω (α. «ἡγήσατο, τοὶ δ’ ἅμ’ ἕποντο», Ομ. Οδ. β. «τῷ δ’ ἅμα τεσσαράκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο Λοκρῶν», Ομ. Ιλ.) 2. (στο γ’ εν. πρόσ.) ἕπεται προκύπτει, εξάγεται ως συμπέρασμα 3. (η μτχ. ενεστ.) ἑπόμενος, η, ο… …   Dictionary of Greek

  • έπομαι — 1. έρχομαι κατόπι, ακολουθώ. 2. στο γ πρόσωπο εν., έπεται προκύπτει, βγαίνει ως συμπέρασμα: Από αυτό έπεται ότι θα έχουμε εκλογές. 3. η μτχ., επόμενος, επόμενη και επομένη, ο επίρρ. επομένως ως επίθ., α. που έρχεται κατόπι, που ακολουθεί, ύστερος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἕπεσθον — ἕπομαι pres imperat mp 2nd dual ἕπομαι pres ind mp 3rd dual ἕπομαι pres ind mp 2nd dual ἕπομαι imperf ind mp 2nd dual (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἕπεο — ἕπομαι aor imperat mid 2nd sg (epic doric ionic aeolic) ἕπομαι pres imperat mp 2nd sg (epic doric ionic aeolic) ἕπομαι imperf ind mp 2nd sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἕπεσθε — ἕπομαι pres imperat mp 2nd pl ἕπομαι pres ind mp 2nd pl ἕπομαι imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἕπευ — ἕπομαι aor imperat mid 2nd sg (epic doric ionic) ἕπομαι pres imperat mp 2nd sg (epic doric ionic) ἕπομαι imperf ind mp 2nd sg (epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σποῦ — ἕπομαι aor imperat mid 2nd sg (attic) ἕπομαι aor ind mid 2nd sg (attic epic doric) σποῦ eye indeclform (indecl) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπέ — ἕπομαι aor imperat act 2nd sg ἕπομαι aor ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπέσθε — ἕπομαι aor imperat mid 2nd pl ἕπομαι aor ind mid 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”